Δευτέρα 28 Ιουνίου 2010

Η περιπέτεια μιας μετάφρασης πριν από ३० χρόνια

Ήταν εκεί γύρω στο 1976, λίγο μετά το άνοιγμα της Διώρυγας του Σουέζ με το τέλος του πολέμου ανάμεσα σε Αίγυπτο και Ισραήλ. Ήμουν μπαρκαρισμένος σ' ένα φορτηγοποστάλι (έτσι λέγαμε τα καράβια που κουβαλούσαν μεν φορτία, αλλά έπαιρναν κι επιβάτες) της Blue Funnel, ένα από τα πολλά πλοία που είχαν πουληθεί από τις ασφαλιστικές εταιρίες σε διάφορους εφοπλιστές μετά τον απεγκλωβισμό τους από το Κανάλι.

Κάποια στιγμή βρεθήκαμε στο Λάγος της Νιγηρίας όπου, για διάφορους λόγους που δεν με παίρνει εδώ ο χώρος να εξηγήσω, μείναμε αγκυροβολημένοι στ' ανοιχτά του λιμανιού επί ...; επτά συναπτούς μήνες, ουσιαστικά χωρίς πρόσβαση στη στεριά, εκτός από τις σπάνιες φορές που με χίλιους δυο κινδύνους κατεβάζαμε μια από τις σωσίβιες λέμβους και την χρησιμοποιούσαμε σαν λάντζα για τα πέρα-δώθε μας.

Εφτά μήνες βασανιστικοί γιατί, εκτός από την κλεισούρα, κουνιόμασταν λες και βρισκόμασταν μεσοπέλαγα και στην καρδιά άσχημου καιρού. Το ορμητικό ποτάμι που εξέβαλε στη θάλασσα σε συνδυασμό με τα ισχυρά θαλάσσια ρεύματα έκαναν τα νερά κυριολεκτικά να βράζουν, κι ειδικά όσα έμφορτα καράβια (συνολικά καμιά εκατονπενηνταριά κομμάτια στο αγκυροβόλιο), είχαν χαμηλά το κέντρο βάρους, σκαμπανέβαζαν λες κι είχαν πέσει σε χοντρή φουρτούνα, κι αυτή η κατάσταση σε καθημερινή βάση, για μήνες ολόκληρους.

Στη διάρκεια αυτής της επτάμηνης παράνοιας, είδαμε, και τι δεν είδαμε -κάναμε, και τι δε κάναμε. Κατ' αρχάς παρακολουθήσαμε από τηλεοράσεως την εξέλιξη ενός πραξικοπήματος, και μερικές μέρες αργότερα, -πάντα σε ζωντανή μετάδοση- την εκτέλεση καμιάς πενηνταριάς ανθρώπων που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας.

Αργότερα, για να σπάσουμε την ανία μας, κάποιοι σκάρωναν πεντάλφες στα καταστρώματα και προσπαθούσαν να καλέσουν τα πνεύματα από το υπερπέραν, όμως όταν είδαμε κι αποείδαμε πως κανένα πνεύμα δεν καταδεχόταν να μας επισκεφτεί -κάποιος ισχυρίστηκε πως τα πνεύματα τα έπιανε εύκολα ναυτία-, το ρίξαμε στη ...; χειροτεχνία, φτιάχνοντας πέδιλα από ρόδες αυτοκινήτων και λινάτσες, και συνολάκια γαμπριάτικα από τσουβάλι! Όταν μας πέρασε κι αυτό, αρχίσαμε να κυνηγάμε ο ένας τον άλλον οπλισμένοι με κατσαριδοκτόνα σε μορφή σπρέι -μια πρακτική που οδήγησε σε πιο άγριες καταστάσεις, δηλαδή γροθιές, καρπαζιές και κλοτσοπατινάδες.

Μπροστά στον κίνδυνο μιας γενικευμένης σύρραξης, αποφασίσαμε από κοινού ν' αποφεύγουμε τα πολλά-πολλά μεταξύ μας, καταλήγοντας έτσι τις ώρες μετά τη δουλειά να τις περνάμε ο καθένας κλειδαμπαρωμένος στην καμπίνα του, ως την ευλογημένη μέρα που θα σηκώναμε άγκυρα για να μπούμε στο λιμάνι για εκφόρτωση.

Επειδή στο κατάστρωμα που ήταν ο ασύρματος υπήρχαν καμιά δεκαπενταριά άδειες καμπίνες επιβατών, βρέθηκα να σεργιανάω κατά βούληση σε όλον αυτόν το τεράστιο χώρο, αλλάζοντας τις καμπίνες σαν τα ...; πουκάμισα, έτσι ίσα για να αλλάζω παραστάσεις και να μην τρελαθώ από την σκληρή κλεισούρα. Όμως δεν ήταν μόνο αυτό. Επειδή, όπως προείπα, το πλοίο, πριν τον εγκλωβισμό του στο Κανάλι του Σουέζ, ανήκε σε μια από τις κορυφαίες αγγλικές ναυτιλιακές εταιρίες, την Blue Funnel, στις καμπίνες του εν λόγω καταστρώματος υπήρχαν κυριολεκτικά τόνοι βιβλίων.

Ευκαιρίας λοιπόν δοθείσης και μπροστά στον κίνδυνο να παλαβώσω εντελώς, αποφάσισα να εκμεταλλευτώ επ' αγαθώ τον απεριόριστο ελεύθερο χρόνο μου, (μαρκόνηδες, οι τεμπέληδες των καραβιών, όπως μας έλεγαν), πιάνοντας όχι απλώς να μάθω αγγλικά, αλλά και επιχειρώντας να μεταφράσω από τα αγγλικά στα ελληνικά, ο αθεόφοβος (τι κάνει ο άνθρωπος, μπροστά στον κίνδυνο να του στρίψει!)

Από τα δεκάδες -ίσως κι εκατοντάδες- βιβλία που υπήρχαν στις διάφορες καμπίνες, την προσοχή μου αρχικά τράβηξε η εργασία ενός Ελληνοαμερικάνου ακαδημαϊκου για τους Έλληνες που μετανάστευαν στην Αμερική σε αναζήτηση μιας καλύτερης μοίρας, ακολουθώντας την πορεία και την εξέλιξη του μεταναστευτικού ρεύματος από τις αρχές ή τα μέσα του 19ου αιώνα και μέχρι τη δεκαετία του 1960.

Στράτσα-πάτσα είχα καταφέρει να μεταφράσω κάμποσο, όμως, όταν κάποια στιγμή τα βρήκα σκούρα, τα παράτησα κι έβαλα τα χειρόγραφά μου σε μιαν άκρη, με σκοπό να συνέχιζα το θεάρεστο έργο μου, όταν με το καλό θα γύριζα στην Ελλάδα, και θα είχα πρόσβαση σε λεξικά της προκοπής και σε αξιόπιστες πηγές πληροφοριών (εργαλεία απαραίτητα για κάθε καλό και φιλότιμο μεταφραστή, πόσο μάλλον για έναν μαθητευόμενο μάγο της μεταφραστικής τέχνης).

Το δεύτερο βιβλίο που μου τράβηξε την προσοχή, ήταν η αυτοβιογραφία ενός Αμερικάνου πληρωμένου φονιά που δούλευε για λογαριασμό του Οργανωμένου Εγλήματος -συγκεκριμένα συνεντεύξεις που είχε δώσει ο τύπος στον ρεπόρτερ ενός αμερικάνικου καναλιού, ο οποίος και έγραψε τελικά το βιβλίο στη βάση του απομαγνητοφωνημένου υλικού.

Με είχε συναρπάσει τόσο πολύ, που, παρά τα μύρια όσα ζόρια, το μετέφρασα μέχρι τέλους κι αργότερα, όταν πια είχα καθιερωθεί σαν μεταφραστής, το ξαναδούλεψα, μαζεύοντας τ' ασυμμάζευτα.

Κοντά τριάντα τόσα χρόνια τώρα που έχω στο συρτάρι μου αυτό το μεταφρασμένο υλικό, δεν αξιώθηκα να το δώσω σε κάποιον εκδοτικό οίκο για τα περαιτέρω, χώρια που οι εκδότες δύσκολα παρεκκλίνουν από τη δική τους πολιτική εκδόσεων αφού, έχοντας δημιουργήσει ο καθένας τους το δικό του αναγνωστικό κοινό, δε ρισκάρουν να υιοθετήσουν ...; ρηξικέλευθες προτάσεις.

Τα όσα διάβαζα τότε που πάλευα να μεταφράσω το βιβλίο, μου φαίνονταν εξωπραγματικά, καταστάσεις και πράγματα που συνέβαιναν σε κάποιον άλλο πλανήτη, σε μια άλλη διάσταση του τόπου και του χρόνου. Βλέπετε τότε ακόμη η έννοια του όρου ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ήταν περίπου άγνωστη στην φιλήσυχη σε γενικές γραμμές Ελλαδίτσα.

Έλα όμως που η ιστορία ήρθε κι επαναλήφθηκε υπό μορφή φάρσας και μάλιστα κακόγουστη, και φυσικά αναφέρομαι στα όσα φοβερά και τρομερά συμβαίνουν στον τόπο μας, κι έρχονται καθημερινά στο φως της δημοσιότητας.

Σκέφτηκα λοιπόν να μοιραστώ μαζί σας αυτό το υλικό, «ανεβάζοντας» εδώ πέρα από τρεις τέσσερις σελίδες την κάθε φορά, καθημερινά ή όποτε μπορώ, και υπό τον γενικό τίτλο, ΜΙΑ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ 1,2,3 κ.ο.κ.

Δεν θα επιχειρήσω εδώ πέρα τίποτε περισπούδαστες αναλύσεις επί του θέματος, ούτε θα προβώ σε τίποτε μεγαλόστομα σχόλια (κι αν το επιχειρούσα, ίσως να κατέληγα να τα κάνω όλα σαλάτα). Άλλωστε ο καθένας έχει τον δικό του τρόπο ν' αντιλαμβάνεται τα πράγματα, και δεν χρειάζεται τα «φώτα» κανενός.

Θα πω μόνο κάτι που επισημαίνει κι ο ήρωας του βιβλίου, δηλαδή ότι ο υπόκοσμος αποτελεί φυσική συνέχεια και συνέπεια του «καλού και τίμιου» κόσμου, κι όποιος κατάλαβε, κατάλαβε. Κακά τα ψέματα, το κρυφό όνειρο του μέσου ανθρώπου δεν είναι να ζήσει σε μια κοινωνία πιο δίκαιη και πιο ανθρώπινη, αλλά το πώς θα πιάσει «την καλή», και θα βρεθεί έτσι από τη μια στιγμή στην άλλη να κολυμπάει στα πλούτη και τα μεγαλεία- κι αν δεν μπορεί αυτό, τέλος πάντων το πώς θα κάνει τις αρπαχτούλες του, όποτε του δίνεται η ευκαιρία, ώστε να αυγατίσει τα εισοδήματά του. Και τούτη την ...; ονείρωξη του μέσου ανθρώπου πρώτιστα και κατά κύριο λόγο την κατανοούν και την εκμεταλλεύονται κατά τον καλύτερο τρόπο (και πάντα επ' ωφελεία τους φυσικά), τα τσακάλια του καπιταλισμού, καταφέρνοντας στην πορεία να ξεπερνούν την όποια κρίση βρίσκεται στο δρόμο τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: